Ο χαρακτηρισμός του βαθμού δυσκολίας μιας διαδρομής είναι αρκετά πολύπλοκος καθ΄ ότι εξαρτάται από τις ικανότητες του πεζοπόρου και την υποκειμενική κρίση αυτού που τη χαρακτήρισε.
Όσοι είναι αρχάριοι θα πρέπει να γνωρίζουν πως οφείλουν να δώσουν χρόνο στον εαυτό τους για να προσαρμοστεί και να μπορεί να αντεπεξέλθει σε ικανοποιητικό βαθμό γιατί έχουν βάλει το σώμα τους και το μυαλό τους σε μία καινούργια κατάσταση και σε ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον από αυτό που έχουν μάθει έως τώρα.Επίσης για τους νέους πεζοπόρους ο βαθμός δυσκολίας αυξάνεται όταν προκύπτουν δύσκολες καιρικές συνθήκες(βροχή,χιόνι,αέρας) όπως επίσης ανάλογα την κατάσταση του εδάφους(λάσπες,ποτάμι,βραχώδες έδαφος).
Σε συνδυασμό με τη δημιουργία της συναισθηματικής ανησυχίας που οφείλεται στο ότι μπορεί να καθυστερεί κάποιος την ομάδα ή να σκέφτεται ότι τελικά δεν θα τα καταφέρει και με τα παραπάνω έχει ως αποτέλεσμα να μην απολαμβάνει αυτή την καινούρια για αυτόν δραστηριότητα.
Η παρακάτω βαθμολόγηση είναι η πλέον πρόσφατη και αποτελεί ένα εργαλείο των ορειβατικών συλλόγων προκειμένου να υπάρχει ένας κοινός κώδικας χαρακτηρισμού της δυσκολίας μιας διαδρομής και ο οποίος γράφεται δίπλα σε κάθε διαδρομή. Ο βαθμός δυσκολίας λαμβάνει υπ’ όψιν την περίοδο που θα πραγματοποιηθεί η διαδρομή (καλοκαίρι- χειμώνας).
Το σύμβολο + προστίθεται στο βαθμό δυσκολίας (π.χ 2+, 3+ κλπ.) όταν υπάρχουν αναρριχητικά περάσματα, εκτεθειμένες κόψεις, λούκια, ή κλίσεις χιονιού/πάγου από 40μοίρες και πάνω. Η συμμετοχή σε τέτοιες διαδρομές απαιτεί πολύ καλή φυσική κατάσταση και εξοικείωση με το ορεινό πεδίο. Για τις χειμερινές αναβάσεις απαιτούνται επίσης γνώσεις στοιχειώδους ασφάλισης συντρόφου με τεχνικά μέσα.